
Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου
Λόγος Περί πνευματικοῦ ἀγῶνος
Ἡ ἁγία ταπείνωση εἶναι ἡ τελεία ἐμπιστοσύνη στον Θεό
Ἡ τελεία ἐμπιστοσύνη στα χέρια τοῦ Θεοῦ –αὐτή εἶναι ἡ ἁγία ταπείνωση. Ἡ τελεία ὑπακοή στόν Θεό χωρίς ἀντίρρηση, χωρίς ἀντίδραση, ἔστω κι ἂν ὁρισμένα πράγματα φαίνονται δύσκολα καί παράλογα. Το ἄφημα στα χέρια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πού λέμε στήν Θεία Λειτουργία τά λέγει ὅλα: «πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα»32 . Τό ἴδιο καί ἡ εὐχή που λέγεται μυστικά ἀπ᾿ τὸν ἱερέα: «Σοὶ παρακατιθέμεθα τὴν ζωὴν ἡμῶν ἅπασαν καὶ τὴν ἐλπίδα, Δέσποτα φιλάνθρωπε, καὶ παρακαλοῦμέν σε καὶ δεόμεθα καὶ ἱκετεύομεν…».33 Σ’ Εσένα, Κύριε, τ᾿ ἀφήνομε ὅλα. Αὐτή εἶναι ἡ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ ἁγία ταπείνωση. Αὐτή μεταμορφώνει τόν ἄνθρωπο. Τόν καθιστᾶ θεάνθρωπο.
Ὁ ταπεινός ἔχει συνείδηση τῆς ἐσωτερικῆς του καταστάσεως καί, ὅσο κι ἄν εἶναι ἄσχημη, δέν χάνει την προσωπικότητά του. Γνωρίζει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός καί θλίβεται γι’ αὐτό, ἀλλά δέν ἀπελπίζεται, δέν ἐξουθενώνει τόν ἑαυτό του. Ὁ ἔχων τήν ἁγία ταπείνωση δέν μιλάει καθόλου, δηλαδή δέν ἀντιδρᾶ. Δέχεται νά τόν παρατηροῦν, νὰ τὸν ἐλέγχουν οἱ ἄλλοι, χωρίς νά ἐξοργίζεται καί νά δικαιολογεῖται. Δέν χάνει τὴν ἰσορροπία του. Τό ἀντίθετο συμβαίνει μέ τόν ἐγωιστή, τόν ἔχοντα αἰσθήματα κατωτερότητος, Στήν ἀρχή μοιάζει μέ τόν ταπεινό. Λίγο, ὅμως, ἄν τόν πειράξει κανείς, ἀμέσως χάνει τήν εἰρήνη του, ἐκ νευρίζεται, ταράζεται.
Ὁ ταπεινός πιστεύει ὅτι ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπ᾿ τὸν Χριστό κι ὅτι ὁ Χριστός τοῦ δίδει τήν χάρι Του κι ἔτσι προχωράει. Ὅποιος ἔχει τήν ἁγία ταπείνωση, ζεῖ ἀπό τώρα στήν ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία. Ἔχει πάντα τή χαρά τοῦ Χριστοῦ, καί στα δυσάρεστα. Τό βλέπομε αὐτό στή ζωή τῶν ἁγίων. Ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος τί ἦταν; ῎Ανθρωπος σάν κι ἐμᾶς. ᾿Αλλά τί ἔγινε; Ἔγινε ὄργανο τοῦ Θεοῦ, σκεῦος ἐκλογῆς. Τά λόγια του τό μαρτυροῦν: «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός… ἐμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος». Φλεγόταν ἀπ᾿ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ταπείνωση τόν ἀνέβασε ἐκεῖ. Νά καίγεσαι γιά τόν Θεό· αὐτό εἶναι τὸ πᾶν.
῎Αν ἔχετε ἀγάπη στόν πλησίον καί στόν Θεό, θά δώσει ὁ Θεός τήν ταπείνωση, θά δώσει τόν ἁγιασμό. ῎Αν δέν ἔχετε ἀγάπη στόν Θεό καί στόν πλησίον, ἄν τεμπελιάζετε, θά σᾶς βασανίσει ὁ σατανάς, θά σᾶς ἐκδικηθεῖ ὁ παλαιός ἄνθρωπος, θά σᾶς φταίνε ὅλοι κι ὅλα, θά γκρινιάζετε λέγοντας: «Γιατί τ᾿ ἄφησες αὐτό ἐδῶ, γιατί ἐκεῖ;». Καί θά νομίζετε ὅτι δῆθεν φταίνε οἱ δουλειές, ὁ κόπος. Θά λέτε: «Τί θά γίνει μ᾿ αὐτήν τήν κατάσταση πού ἔφθασα, πῶς φέρομαι ἔτσι;», χωρίς νά καταλαβαίνετε ἀπό ποῦ προέρχεται αὐτή ἡ κατάσταση. Ἐνῶ αὐτό εἶναι ἡ ἐκδίκηση τῶν ἐνστίκτων.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς ἐμπιστοσύνη, ἀλλά μέ ἄγχος, ἀγωνία, και τάθλιψη, ἀπελπισία, ἀποκτάει ἀσθένειες σωματικές καί ψυχικές. Ἡ ψυχασθένεια, ἡ νευρασθένεια, ὁ διχασμός εἶναι δαιμονικές καταστάσεις. Δαιμόνιο εἶναι ἐπίσης καί ἡ ταπεινολογία. Τό λένε καί αἴσθημα κατωτωτερότητος. Ἡ ἀληθινή ταπείνωση δέν μιλάει, δέν λέει ταπεινολογίες, δηλαδή, «εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀνάξιος, ἐλάχιστος πάντων…». Φοβᾶται ὁ ταπεινός μήπως μέ τίς ταπεινολογίες πέσει στήν κενοδοξία. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δέν πλησιάζει ἐδῶ. ᾿Αντίθετα, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ βρίσκεται ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἡ θεία ταπείνωση, ἡ τελεία ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Ἡ ἐξάρτηση ἀπό Ἐκεῖνον.
Αὐτό ἔχει μεγάλη ἀξία, νά ὁδηγεῖσαι ἀπ᾿ τὸν Θεό, νά μήν ἔχεις κανένα θέλημα. Ὁ σκλάβος δέν ἔχει κανένα θέλημα· ὅ,τι θέλει ὁ κύριός του. Ἔτσι κι ὁ πιστός δοῦλος τοῦ Θεοῦ. Γίνεσαι δοῦλος Του, ἀλλά στόν Θεό ἐλευθερώνεσαι. Αὐτή εἶναι ἡ πραγματική ἐλευθερία. Νά καίγεσαι γιά τόν Θεό. Αὐτό εἶναι τό πᾶν. Τό εἴπαμε πάλι. Αν νικηθεῖς ἀπ᾿ τὸν Θεό, ὑποδουλώνεσαι σ᾽ Αὐτόν καί ζεῖς στήν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ: «… ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτῳ καὶ δεδούλωται»34. Συμβαίνει, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ ὑποτακτικοῦ πού ἔχει τελεία ἐμπιστοσύνη στόν Γέροντά του κι ὁ Θεός τοῦ δίδει τήν χάρι. Θυμηθεῖτε τόν Προφήτη Ελισσαῖο. Πῆρε τή μηλωτή καί χτύπησε τὰ νερά τοῦ ποταμοῦ καί δέν τά χώρισε στά δύο, ὅπως τό ἔκανε ὁ Προφήτης Ηλίας, γιατί ὅ,τι ἔκανε, τό ἔκανε μὲ ἐγωισμό καί ὄχι μέ ταπείνωση. Μετά πού ταπεινώθηκε καί εἶδε ὅτι μόνος του δέν κάνει τίποτα, ἐζήτησε μέ ταπείνωση τή βοήθεια τοῦ Γέροντά του, τοῦ Προφήτη Ηλία, καί πῆρε τήν χάρι. Τά νερά ἐσχίσθηκαν στα δύο κι ἔγινε δρόμος, γιά νά περάσει.35
Χρειάζεται, βέβαια, καί λίγη προσπάθεια, ἀλλά ἡ ἄκρα ταπείνωση δέν ἀποκτιέται μέ τίς προσπάθειες καί τόν ἀγώνα μόνο. Εἶναι ἀποτέλεσμα χάριτος. Τό λέω ἐκ πείρας: ὅ,τι ἔχω, τό ἔχω ἀπ᾿ τὴν χάρι. «Ἐὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες»36. Ὅλα τά δίνει ὁ Χριστός.
Νά εἴμαστε σε ὅλα ταπεινοί· στή σκέψη, στά λόγια, στη συμπεριφορά. Ποτέ να μήν παρουσιαστοῦμε στόν Θεό καί νὰ ποῦμε: «Ἔχω ἀρετές». Ὁ Θεός δέν θέλει τήν ἀρετή μας. Πάντα να παρουσιάζεσαι στον Θεό ὡς ἁμαρτωλός· χωρίς, ὅμως, ἀπελπισία, ἀλλά «θαρρῶν εἰς τὸ ἔλεος τῆς εὐσπλαγχνίας Του»37. Αρκεῖ νὰ βροῦμε τό μυστικό.
Το μυστικό εἶναι ἡ ἀγάπη στόν Χριστό καί ἡ ταπείνωση. Ὁ Χριστός θά μᾶς δώσει τήν ταπείνωση. Ἐμεῖς δέν μποροῦμε μέ τίς ἀδυναμίες μας να Τόν ἀγαπήσομε. ῎Ας μᾶς ἀγαπήσει Αὐτός. Ας Τόν παρα- καλοῦμε πολύ νὰ μᾶς ἀγαπήσει Ἐκεῖνος καί νά μᾶς δώσει το ζῆλο να Τόν ἀγαπήσομε κι ἐμεῖς.
῞Αμα θέλεις να φιλοσοφήσεις, ὅλα θά τα ρίχνεις στον κακό ἑαυτό σου καί θά ταπεινώνεσαι πάντοτε. Εἶναι ταπείνωση να πιστεύεις ὅτι ὅλοι εἶναι καλοί. Κι ἂν ἀκούεις για κάποιον κάτι ἀρνητικό, νά μήν το πιστεύεις. Ὅλους νὰ τοὺς ἀγαπάεις καί νά μή σκέπτεσαι για κανέναν κακό καί γιά ὅλους νά προσεύχεσαι. Δέν θέλεις ἄλλη φιλοσοφία. Ἡ καρδιά τοῦ κενόδοξου δέν μπορεῖ νὰ ταπεινωθεῖ. Ὅταν τόν ἐλέγχουν ἤ νουθετοῦν, ἀντιλέγει ἔντονα, ἐνῶ, ὅταν τόν ἐπαινοῦν καί τον κολακεύουν, φέρεται ἄπρεπα. Ὅ,τι καί νὰ τοῦ πεῖς, ἐννοεῖ νὰ ὑπερηφανεύεται περισσότερο. Ασχολεῖται καί περιστρέφεται γύρω ἀπ᾿ τόν ἑαυτό του. ᾿Αντίθετα, ὁ ἁμαρτωλός πού μετανοεῖ κι ἐξομολογεῖται βγαίνει ἀπ᾿ τὸν ἑαυτό του. Ὅταν ἐξομολογηθεῖ, δέν γυρνάει πίσω.
Ὁ κενόδοξος τήν ψυχή του τήν ἀποξενώνει ἀπ᾿ τὴν αἰώνια ζωή. Τελικά ὁ ἐγωισμός εἶναι σκέτη κουταμάρα! Ἡ κενοδοξία μᾶς κάνει κούφιους. Ὅταν κάνομε κάτι γιά νά ἐπιδειχθοῦμε, καταντοῦμε ἄδειοι ψυχικά. Ὅ,τι κάνομε, νά τό κάνομε γιά νά εὐχαριστήσομε τόν Θεό· ἀνιδιοτελῶς, χωρίς κενοδοξία, χωρίς ὑπερηφάνεια, χωρίς ἐγωισμό, χωρίς, χωρίς, χωρίς… Νά εἶσαι ψάλτης στήν ἐκκλησία, στο μοναστήρι. Νά ἔχεις φωνή πολύ ἀγγελική καί νά ψάλλεις στον Θεό, χωρίς να ξέρεις ὅτι τόσοι ἄνθρωποι σ’ ἀκοῦνε, δηλαδή χωρίς να το σκέπτεσαι. Γίνεται; Δέν γίνεται εὔκολα. Εἶναι δύσκολο αὐτό. Γι’ αὐτό πολλοί ψάλτες ἐπλανήθησαν. Κατά κανόνα, ὅλοι οἱ καλοί ψάλτες ἔχουν μεγάλο ἐγωισμό. Ὄχι βέβαια ὅλοι, ἀλλά οἱ περισσότεροι. Ὅταν ἔχεις, ὅμως, ταπείνωση, ἔστω κι ἄν ψάλλεις ὡραῖα κι ἄν διαβάζεις ὡραῖα, δέν ἐπηρεάζεσαι ἀπό ἐκείνους πού σέ ἀκοῦνε. Θὰ μοῦ πεῖς, κι ἄν ψάλλεις ὡραῖα κι ἄν διαβάζεις ὡραῖα καί τ’ ἀκούει ὁ γέροντάς σου, Τίποτα δέν εἶναι αὐτό, ἅμα ἔχεις ταπείνωση.
Πρέπει, πάση θυσία, νά γίνομε καλοί. Αὐτό προσπαθῶ κι ἐγώ ὁ καημένος. ᾿Αλλά ἔρχεται ὁ κόπος ἀπό δῶ, μέ πλακώνει ἡ ἀρρώστια μου ἀπό κεῖ καί τίποτα δὲν μπορῶ νὰ κάνω. Ὅμως ἀγωνίζομαι. Θέλω να γίνω πιό καλός, θέλω νά λατρεύσω τόν Θεό μέ ἀγάπη, μέ λαχτάρα, καί κάνω ὄνειρα καί κάνω προσπάθεια, ἀλλά δέν γίνεται τίποτα. Ὅμως αὐτό μοῦ δίνει χαρά καί μία ἱκανοποίηση, ὅτι ἐπιτέλους προσπαθῶ ν’ ἀγαπήσω τόν Χριστό. Δέν τό ἔχω κατορθώσει, άλλά τό ἐπιθυμῶ.
32. Μικρὰ καὶ Μεγάλη Συναπτή, καταληκτήριος προτροπή.
33. Θεία Λειτουργία ῾Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, εὐχὴ πρὸ τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς.
34. Β΄ Πέτρ. 2, 19.
35. Βλ. Δ΄ Βασ. 2,8-15.
36. Ψαλμ. 126, 1.
37. Βλ. Όρθρον Κυριακών Τριωδίου, α΄ Ιδιόμελον.
Από το βιβλίο “ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ” ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ/ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΧΡΥΣΟΠΗΓΗΣ