Διότι ἡ Νηστεία δέν περιορίζεται εἰς τὴν χύτραν μας.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α’.

ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΝΗΣΤΕΙΑΣ

Παρ’ ὅτι ἡ Νηστεία εἶναι ἐντολή τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι τὴν διδάσκει τὸ Εὐαγγέλιον καί ἐν γένει ἡ ᾿Αγία Γραφή, καί θεσμὸς παμπάλαιος, ἔχουσα τὰς ρίζας της μέσα εἰς αὐτὸν τοῦτον τον Παράδεισον, ἐν τούτοις ὑπάρχουν πολλοί, τόσον λαϊκοί ὅσον καί Κληρικοί, που οὔτε καν προσέχουν αὐτήν.

Ωστόσο δέν ἀπευθυνόμεθα εἰς αὐτούς, πού δέν τους συνδέει τίποτε ἄλλο μέ τήν Μητέρα Ἐκκλησίαν εἰμή τό ἱερόν Βάπτισμα πού ἔλαβον εἰς τήν νηπιακήν των ἡλικίαν, ἀλλά γενικῶς εἰς ὅλους αὐτούς πού θέλουν να λέγωνται χριστιανοί, ἀλλά δέν νηστεύουν.

Είμεθα ὑποχρεωμένοι ὅμως να τονίσωμεν, ὅτι ὑπάρχουν πολλοί χριστιανοί, ποὺ παρὰ τὴν περιφρόνησιν πού δεικνύουν, πλεῖστοι ἐκ τῶν λαϊκῶν ἀλλὰ καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν Κληρικῶν, εἰς τὸν Ἱερόν τοῦτον θεσμόν τῆς Νηστείας, ἐξακολουθοῦν νὰ φυλάττουν την νηστείαν, ὄχι μόνον τῆς Τετάρτης καί Παρασκευῆς, ἀλλά καί τῶν Τεσσαρακοστῶν. Οἱ τοιοῦτοι μᾶς εἶναι λίαν συμπαθεῖς, διότι ἀγωνίζονται νά ὑπακούσουν εἰς τὴν ἐντολήν τῆς Ἐκκλησίας καί νά κόψουν τὸ ἰδικόν των θέλημα, ὥστε νά κυριαρχήσουν ἐπί τοῦ ἑαυτοῦ των, ἵνα μή παραδοθῶσιν δέσμιοι εἰς τήν κοιλίαν των, γνωρίζοντες τὸ τῆς ῾Αγ. Γραφῆς: «Ἡ δύναμις (τοῦ Σατανᾶ) ἐπ’ ὀμφαλοῦ γαστρός». (Ιώβ μ΄. 11). ῎Αξιος ὁ μισθός αὐτῶν.

Τοὺς ἐπαινοῦμεν καί προτρέπομεν αὐτούς να συνεχίσουν την καλήν ταύτην ἁγίαν συνήθειαν, ἐάν δέν ἔχουν λόγους ὑγείας καί βιωτικῆς ἀνάγκης, που τότε θα πρέπῃ να το συζητήσωσι μετὰ τοῦ Πνευματικοῦ των Πατρός (τοῦ ἐξομολόγου των).

᾿Αλλ’ ἐξ ἴσου πρέπει να τονίσωμεν, ὅτι ὑπάρχουν καί μερικοί, πού παρεξηγοῦν τὴν ἔννοιαν καὶ τὸν σκοπόν τῆς Νηστείας καὶ νηστεύουν, ὄχι διά νὰ θεραπεύσουν ἑαυτούς, ἀλλ’ ἵνα ἀποκοιμήσουν την συνείδησίν των καί δικαιολογήσουν εἰς τὸν ἑαυτὸν των χίλιες δυό παρανομίες. ῎Ας γνωρίζουν όμως οἱ τοιούτοι, ἡ Νηστεία των δέν εἶναι πλέον φάρμακον παθοκτόνον, ἀλλ’ υποκρισία, τὴν ὁποίαν μισεῖ καί καυτηριάζει ὁ Χριστός καὶ ἡ Ἐκκλησία Του.

Διότι ἔνιοι ἐξ αὐτῶν, ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος νηστεύουν καὶ ἀπό τὸ ἄλλο βλασφημοῦν. Νηστεύουν, καί συζοῦν παρανόμως (άστεφάνωτοι). Νηστεύουν, καί εἶναι κλέπται, ἄδικοι, μέθυσοι, ψεῦσται, συκοφάνται, χαρτοπαίκται, φιλάργυροι, πλεονέκται, διαβολεῖς, πόρνοι, μοιχοί, φονεῖς (δι’ ἐκτρώσεων καί ἀποφυγῆς τῆς τεκνογονίας) κλπ. Νηστεύουν, καί ψευδορκοῦν ἤ τρέχουν εἰς τὰ δικαστήρια δι’ υλικά πράγματα, καταδικάζουν τὸν ἀθῷον, ὀργίζονται, δέν προσεύχονται, δέν ἐξομολογοῦνται, δέν ἐκκλησιάζονται, δὲν κοινωνοῦν, ἔχουν χρόνια να μιλήσουν με συνανθρώπους των, δέν συγχωροῦν κλπ.

Ἡ νηστεία αὐτῶν, καθώς ἀντιλαμβάνεται πᾶς τις, δέν εἶναι πλέον φάρμακον θεραπευτικόν, ποὺ ἡ Ἐκκλησία θέτει εἰς τὴν διάθεσίν των, ἀλλά ναρκωτικόν, ποὺ ἐφεῦρε ἡ ἀρρωστημένη φαντασία των. Διότι: «Τί γάρ όφελος τῆς νηστείας, λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅταν πονηρίας ἡ γέμουσα ή διάνοια; «Ὅταν έγκαλῆται; (δικάζητε) «Όταν κατακρίνητε, δοκούς περιφέροντες ἐπί τῶν ὀφθαλμῶν καί πρὸς ἐπίδειξιν πάντα ποιῆτε;». Νηστεύουν, ἵνα ναρκώνουν την συνείδησίν των διά νά μή διαμαρτύρεται και τὰ τοῦ ἁμαρτωλοῦ καὶ ἀνηθίκου βίου των. Νηστεύουν ἀπό φαγητά διά νά μή νηστεύουν ἀπὸ ἁμαρτήματα.

Το θέμα λοιπόν τῆς Νηστείας εἶναι λεπτόν και πολύπλευρον. Διότι ἡ Νηστεία δέν περιορίζεται εἰς τὴν χύτραν μας. Ημπορεῖ νὰ νηστεύωμεν ἀπό φαγητά, ἀλλ᾽ ἐφ’ ὅσον δέν νηστεύομεν καί ἀπὸ ἁμαρτήματα, ἡ νηστεία μας μετατρέπεται εἰς κατάκρισιν. Δι’ αὐτό εἰς τὴν συνέχειαν θά ἐξετάσωμεν τήν Νηστείαν ἀπ’ ὅλας τάς πλευράς, ἵνα εἰς ἡμᾶς ἀποβαίνῃ εἰς βοήθειαν καί δχι εἰς ζημίαν. Διότι ὡς ἔχει σήμερον παρ’ ἡμῖν ὁ ἱερός οὗτος θεσμός τῆς Νηστείας εἶναι ἄσκοπος καί ἀνωφελής ἀπό θρησκευτικῆς καὶ ἠθικῆς ἀπόψεως. Χρησιμεύει ἁπλῶς εἰς τὸ νὰ ἐπαυξάνῃ τὸν ἀριθμὸν τῶν παραβατῶν τῶν ἐκκλησιαστικῶν διατάξετων, και να καθιστά βαρύτερου και ἐπαχθέστερον τὸ φορτίον του Εκκλησιαστικού ζυγού, δημιουργών «Χριστιανούς ἄνευ Έκκλησίας», καὶ νὰ παρέχῃ εἰς τινὸς τὴν ἐπίπλαστον καὶ ἄποκομίζοσαν ἡθικώς παραμυθίαν ὅτι εἶναι αὐστηροί τηρηταί τῶν «πατρίων», αδιαφορούντες ἂν ἡ φύλαξις αύτη δεν έχει άλλον στοπὸν πλὴν τῆς ἀπλῆς φυλάξεως.

ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΣ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ

Νηστεία, ἐκ τοῦ νηστεύω (νη – ἐσθίειν, ἤ νη-σίτος) ἤ (νη=ὄχι, καὶ ἐσθίω = τρώγω) που σημαίνουν ἀποχὴν ἀπὸ πάσης τροφῆς, ἀσιτίαν ἀπόλυτον ἤ ασιτίαν σχετικήν μεταβαλλομένης της συνήθους μαλακής διαίτης εἰς αὐστηροτέραν και λιτοτέραν.

Έχει δε ή νηστεία τὴν αἰτίαν αὐτῆς, ἐν τῇ σχέσει τῇ μεταξύ σώματος καὶ πνεύματος υφισταμένη κατά τὴν ὁποίαν ὁ μὲν ζήλος καὶ ἡ προσήλωσις εἰς τὴν πνευματικήν εργασίαν φέρει προσκαίρως λήθην τῶν σωματικῶν ἀναγκών, (τροφῆς, ὕπνου και λοιπών), ἡ δὲ πρόσκαιρος πάλιν, τελεία ἤ μερική αποχή από της συνήθους τροφής, μηδόλως ἤ ολιγώτερον βαρύνουσα το πνεῦμα, καθιστῇ τοῦτο μάλλον ἐπιτήδειον εἰς ἐκπλήρωσιν τῶν πνευματικών έργων και εὐκολύνει την προσήλωσιν εἰς τὰ ἔργα ταῦτα, καὶ ἰδίως το μέγιστον καὶ ὑψηλότερον πνευματικόν έργον τῆς προσευχής, δι’ ἧς ὁ ἄνθρωπος έρχεται εἰς ἄμεσον πρός τὸν Θεὸν ἐπικοινωνίαν καὶ λαμβάνει παρ’ Αύὐτοῦ χάριν και δύναμιν εἰς ἐπίτευξιν τοῦ πνευματικού του προορισμού. Διά τοῦτο ἀκριβῶς ἡ Νηστεία έχει συνδεθὴ ἀνέκαθεν στενώς μετά τῆς προσευχῆς, τῆς ὁποίας ἡ δύναμις εντείνει και καθιστᾷ αὐτήν περισσότερον άποτελεσματικήν, ὡς ὁ Κύριος είπε: «Τοῦτο τὸ γέννος οὐκ ἐκπορεύεται εἰμὴ ἐν προσευχή καί νηστεία» (Ματθ. ιζ’ 21). Επίσης μία παροιμία λέγει, ότι: «Παχεία γαστήρ λεπτόν οὐ τίκτει νοῦν». Νήψις δε και νηφαλιότης εἶναι ἀνάγκη να προηγώνται πρὸ παντός κατορθώματος καί ἡ πρέπουσα εγκράτεια καὶ μετριοφαγία διότι ἐκ τῆς πολυφαγίας και πολυποσίας ποτέ καλών οὔτε ἐγεννήθη ούτε γεννάται. «Ως ὁ καπνός ἀποδιώκει τὰς μελίσσας (λέγει ο Μ. Βασίλειος), ούτως ἡ κραιπάλη ἀποδιών και τα πνευματικά χαρίσματα. Αιθαλώδεις (καπνώδεις) δ’ ἀναθυμιάσεις ἐκ τῆς παχείας κοιλίας ἀναπέμπονται, ὡς νέφη, ἀποτειχίζουσαι τούς φωτισμούς καὶ τὰς ἑλλάμψεις τῶν ἄνω σκοπῶν. Καὶ καθώς, ὅσον οἱ πίθοι είναι κενώτεροι (ὡς λέγει ὁ Πλούταρχος), τόσον ἡχοῦν καθαρότερα, γεμισθέντες δὲ χάνουν τὴν ἠχητικήν ικανότητά των, οὕτω καὶ τὸ σῶμα ἐλαφρότερον μέν, ἀποδίδει κάλλιον τὰς ἐνεργείας τῆς ψυχῆς, θολερόν δέ καί διάκορον (χορτάτον) γενόμενον, ἀμβλύ καί δυσκίνητον ὄργανον εἰς τοὺς χειρισμοὺς τοῦ νοῦ ἀποβαίνει».

Διά τοῦτο καὶ ὁ Θεῖος Χρυσόστομος, κατά τὸν ὁποῖον «Καὶ τὸ τρυφῆς ἀπέχεσθαι νηστείας εἶδός ἐστι», ἐκθιάζων την νηστείαν ἀναφωνεί. «Μέγα τι ἡ νηστεία ἀγαθὸν οὐχ δρῳ περιορίζεται» (Ερμ. Πράξ.). Μεγάλη βεβαίως, οὐχί αὐτὴν καθ’ ἑαυτὴν ἡ Νηστεία, ἀλλ᾿ ἕνεκα τοῦ μεγάλου σκοποῦ τὸν ὁποῖον ἐπιδιώκει εἰς τὴν τοῦ ἀνθρώπου βελτίωσιν, καί εἰς τὴν πρός τα πνευματικά τῆς ψυχῆς ἔξαρσιν ἀποβλέπουσαν.

Ἡ ἀνάγκη καί ἡ σκοπιμότης τῆς Νηστείας καταδεικνύεται ἀκόμη καὶ ἄλλως. Ἡ σύστασις τοῦ σωματικοῦ μας ὀργανισμοῦ εἶναι τοιαύτη ὥστε, ὅταν ἡ καρδία ἡμῶν συνέχηται ὑπό πραγματικῆς καί βαθείας θλίψεως, δὲν αἰσθανόμεθα τὴν ἀνάγκην τῆς τροφῆς, διότι ἡ θλίψις ἐξαφανίζει την ὄρεξιν. Εἶναι λοιπόν φανερόν, ὅτι ἡ Νηστεία εἶναι ἡ φυσική ἐκδήλωσις τῆς λύπης. Ὁ λυπημένος πραγματικά, ἀβίαστα και χωρίς πρόθεσιν νηστεύει. Καὶ αὐτή ἀκριβῶς εἶναι ἡ βάσις τῆς νηστείας, ὡς πράξεως θρησκευτικής.

Διά την ψυχήν, ἡ ὁποία δέν ἐπωρώθη και δέν ἐξεφυλίσθη, ἡ σοβαροτέρα αἰτία ἐπωδύνου λύπης εἶναι ἡ ἁμαρτία ψυχή βεβαρυμένη ὑπὸ τῆς συναισθήσεως τῆς ἁμαρτίας συμπνίγεται καί συντρίβεται ὑπό τῆς θλίψεως. Καί ή φυσικωτέρα ἐκδήλωσις τῆς θλίψεως ταύτης είναι ἡ Νηστεία. Νηστεύομεν λοιπόν, ἵνα φυσικῶς καὶ ἀβιάστως ἐκδηλώσωμεν την συνέχουσαν ἡμᾶς λύπην διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, αἱ ὁποῖαι ἀποτελοῦν τὴν μεγαλυτέραν δι’ ἡμᾶς συμφοράν καὶ εἴμεθα μακάριοι πράττοντες οὕτως, κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοί παρακληθήσονται» (Ματθ. ε΄ 4). Εντεῦθεν ἡ Νηστεία εἶναι ἀναποσπάστως συνδεδεμένη μετά τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας.

Χρησιμεύει ἐπίσης ἡ Νηστεία και πρός ταπείνωσιν ἡμῶν καὶ ἀποτελεῖ κόλαφον ἰσχυρόν κατά τοῦ ἐγωϊσμοῦ καὶ τῆς φιλαυτίας ἡμῶν καί εὐκολύνει ἡμᾶς, ὅπως ἀποστρέψωμεν τάς σκέψεις καί τάς φροντίδας ἡμῶν ἀπό τοῦ «ΕΓΩ» καί ἀπό τῆς ὑπερβολικῆς, ἀσώτου καί νοσηρᾶς αὐτοῦ περιποιήσεως, διὰ τῆς ἡδονῆς καί διά τῶν κοσμικῶν ἀπολαύσεων, στρέφων τήν προσοχήν καί τό ἐνδιαφέρον πρός τὸν ἐσωτερικόν ἄνθρωπον, τήν ψυχήν.

Αὕτη εἶναι ἐν ὀλίγοις ἡ πραγματική τῆς Νηστείας ἔννοια καί ἐν τούτοις ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ ἠθική αὐτῆς σημασία, ἀξία καί σκοπιμότης. Εάν δὲ ἡ Νηστεία ἀπογυμνωθῇ πάντων τούτων, τότε καταντᾷ ἁπλῆ καὶ ἀνωφελής ξηρά καί ἐξωτερικός τύπος, χωρίς καμμίαν οὐσιώδη ἠθικήν ἀξίαν, καί χωρίς καμμίαν ἐπιρροήν ἐπί τῆς ἠθικῆς ἡμῶν προαγωγῆς.

συνεχίζεται…

ΠΗΓΗ: Από το βιβλίο του Δ. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ «Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Διότι ἡ Νηστεία δέν περιορίζεται εἰς τὴν χύτραν μας.

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.